Είδα, που λες, ένα όνειρο, ήρθε τρέχοντας ένα κρύο πρωινό και μου είπε… Τον είδα στ’ όνειρό μου. Ήρθε, λέει, να μείνουμε μαζί. Άνοιξε η πόρτα και μου χαμογέλασε. Λίγο πριν, είχα δει τα ρούχα του απλωμένα στο μπάνιο μου. Μαύρα. Αυτό θυμάμαι μόνο. Καθίσαμε, μου έβγαλε την κάρτα του κινητού του από την τσέπη και μου πε: «Για μένα δεν υπάρχει κανείς εκτός από σένα, δε θα φοβάσαι πια…» και με φίλησε. Ακούμπησα το κεφάλι στο υπερυψωμένο μπράτσο του καναπέ. Χαμογελούσε. Στο χαμόγελο του όμως παρατήρησα κάτι άσχημο…στην οδοντοστοιχία του.. Το παράβλεψα. Ήμουν μουδιασμένη. Σε λίγο, έφερε το σώμα του πιο κοντά μου… Τον ένιωσα πάνω μου…Τότε, το δικό μου σώμα γέμισε αίμα. Έτρεχε και λερώθηκε το μπεζ πανί. Εκείνος δεν είχε προλάβει να το δει. Ξάπλωσα πάνω και το έκρυψα. Εξ’ άλλου…ήταν τόσο όμορφο για να το χαλάσω…
Τα μάτια της ήταν κόκκινα. Μιλούσε μ’ έναν τρόπο σαν να ήθελε να αρπάξει το όνειρο. Τι να της έλεγα? Της είπα ότι στη ζωή θα δεις πολλά ακόμη τέτοια ονειράκια, που θα πετάγεσαι στο τέλος με πρησμένα μάτια και μελαγχολική διάθεση. Θα κρατάνε…μμμμ…θα κρατάνε όσο ένα ουράνιο τόξο…(Πάντα της άρεσαν οι παρομοιώσεις, τα καταλάβαινε καλύτερα). Μετά, θα σβήνονται απ’ την ψυχή σου, όπως εκείνο απ’ τον ουρανό. Να ξέρεις… το κόκκινο είναι γρήγορο…
Κι έφυγε… Δεν την είδα τόσο λυπημένη όσο χθες. Ίσως το γρήγορο που της είπα? Το όνειρο? Πώς να της έλεγα ότι αυτά τα όνειρα είναι προιόντα του υποσυνείδητου… Πως αυτό που θέλεις πολύ καμιά φορά σου εμφανίζεται τόσο απλόχερα, αλλά κρατά μόνο δευτερόλεπτα… Πώς να της έλεγα ότι δε θα ξανάρθει? Δεν πρόλαβα να της πω ούτε να μην το γράψει στο χαρτί της. Όπως συνηθίζει… Αν το κάνει…το ουράνιο τόξο θα μείνει αποτυπωμένο εκεί για χρόνια…Και τα χρώματά του…δεν της πάνε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου